Όλοι γνωρίζουμε το παραμύθι « Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων». Κάθε φορά που άκουγα αυτό το παραμύθι, έμπαινα στον ρόλο της Αλίκης και καταλάβαινα πώς νιώθει. Καταλάβαινα πόσο μπερδεμένη ήταν και ήθελα να βάλω λογική σε αυτό το παραμύθι. Έτσι κι έγινε. Ταξίδεψα με μια χρονομηχανή στο παραμύθι και αυτό που έγινε ήταν συγκλονιστικό!
Όταν έφτασα στον κόσμο του παραμυθιού, είδα την κουφάλα του δέντρου που έπεσε η Αλίκη και μεταφέρθηκε στη χώρα των θαυμάτων. Κάθισα εκεί για αρκετή ώρα, προσπαθώντας να αποφασίσω αν θα πηδήξω ή όχι. Όταν πήρα αρκετό θάρρος, έκλεισα σφιχτά τα μάτια μου και πήδηξα μέσα.
Καθώς έπεφτα μέσα, ένιωθα ένα απαλό αεράκι να ανεμίζει τα μαλλιά μου. Χαλάρωσα λίγο….. Ένιωθα σα να ήταν όλα ένα φανταστικό όνειρο. Έκλεισα τα μάτια μου και αποκοιμήθηκα μέσα στην ησυχία που είχε το πηγάδι.
Όταν ξύπνησα, συνειδητοποίησα ότι είχα φτάσει στο τέλος του βαθιού αυτού πηγαδιού, γιατί περνούσε ελάχιστο φως από μέσα. Τότε συλλογίστηκα ότι η ζωή μου θα κριθεί από το τι θα γίνει μετά και ότι πρέπει να προσέχω για το οτιδήποτε.
Κάποια στιγμή έπεσα σε ένα στρώμα! Ήμουν πολύ ζαλισμένη, οπότε κάθισα λίγο. Πάλι ένιωθα αυτή την αίσθηση ότι όλα είναι ένα όνειρο. Τότε σκέφτηκα το σπίτι μου , την οικογένειά μου, το σχολείο, τους φίλους μου και ήθελα να γυρίσω πίσω. Ξαφνικά κάτι διέκοψε τη σκέψη μου. Είδα ένα άσπρο πράγμα να τρέχει γρήγορα σε έναν διάδρομο και θυμήθηκα τον λευκό λαγό από το παραμύθι. Ήθελα να τρέξω από πίσω του, αλλά κάτι με σταμάταγε. Δεν είχα πολύ χρόνο για χάσιμο οπότε τον ακολούθησα.
Καθώς τον κυνηγούσα, παρατήρησα πόσο ωραίο ήταν το κάστρο! Ήθελα να πάω να το εξερευνήσω, αλλά είπα: «Χριστίνα, έχεις έρθει για έναν σκοπό εδώ. Μην παρασύρεσαι!»
Μετά από λίγη ώρα συνειδητοποίσηα ότι τον είχα χάσει, αλλά το καλό ήταν ότι είχα φτάσει στον διάδρομο με τις πόρτες. Εκείνη την στιγμή όλα τα συναισθήματά μου είχαν ανακατευτεί και ένιωθα πολύ αγχωμένη. Το μέρος μου φαινόταν πολύ γνώριμο, γιατί πολλά μου όνειρα μοιάζουν με τέτοιους κόσμους και είναι πολύ αγχωτικά. Εγώ γνωρίζονται από το κλασικό παραμύθι τι να κάνω, πήρα το κλειδί και ξεκλείδωσα την πόρτα που είχε μπει η Αλίκη, ήπια το μαγικό φίλτρο και έγινα μικρή.
Τότε έτρεξα φουριόζα προς την πόρτα και αντίκρισα τον μαγευτικό κήπο με τα ανθισμένα λουλούδια του, το καταπράσινο γρασίδι του και το κιτρινωπό φως του που ήταν σαν δέκα ήλιοι που λάμπουν μαζί. Χωρίς χρόνο για χάσιμο έτρεξα προς την Αλίκη, για να την προλάβω. Κατά την πορεία μου αντιλήφθηκα το σπίτι ου λευκού λαγού, την κάμπια , την γάτα με το πλατύ χαμόγελο και επιτέλους την Αλίκη.
Εκείνη τη στιγμή στράφηκα προς την Αλίκη και παίρνοντάς την από το χέρι την κατηύθυνα προς τον διάδρομο με τις πόρτες. Τις εξήγησα ό,τι είχε γίνει και της πρότεινα να εξερευνήσουμε μαζί όλες τις πόρτες. Κι έτσι η περιπέτειά μας άρχισε…
Ο διάδρομος φαινόταν ατελείωτος όμως δεν τα παρατήσαμε. Περπατήσαμε ένα χιλιόμετρο και βρήκαμε ένα τραπέζι ολόιδιο με το προηγούμενο με ένα κλειδί και το μπουκαλάκι με το φίλτρο. Περήφανες ξεκλειδώσαμε μια πόρτα και ήπιαμε το μαγικό φίλτρο. Περάσαμε την πόρτα και είδαμε ένα αγοράκι να εξερευνά εκείνο τον κήπο και παραξενευτήκαμε , διότι νομίζαμε ότι ήμασταν οι μόνοι άνθρωποι σε αυτήν την χώρα. Μπήκαμε μέσα για μια ματικά και είδαμε ότι δεν ήταν ο ίδιος κήπος από αυτό που είχε μπει η Αλίκη.
Αναστατωμένες όπως ήμασταν μπήκαμε σε πολλές διαφορετικές πόρτες που είχαν διάφορα παιδιά μέσα , ώσπου.. Είδαμε κάτι και δεν πιστεύαμε στα μάτια μας! Σ΄ έναν κήπο είδαμε τον εαυτό μου! Είχαμε άπειρες απορίες και δεν μπορούσαμε να εξηγήσουμε τι είχε συμβεί. Καθίσαμε για λίγο και προσπαθήσαμε να καταλάβουμε αυτό που βιώσαμε.
Μετά από αρκετή ώρα μου ήρθε μια σκέψη. Κάθε πόρτα περιείχε μέσα της ένα όνειρο που βλέπει ένα παιδί! Ας πούμε η πόρτα που είχε εμένα μέσα ήταν το όνειρό μου. Τώρα όλα έβγαζαν νόημα!
Πριν καταφέρω να εξηγήσω στην Αλίκη την σκέψη μου, είχα ήδη ξυπνήσει και βρισκόμουν στο κρεβάτι μου. Τότε θυμήθηκα το όνειρο που είχα δει και ήταν ακριβώς το ίδιο με την περιπέτεια που πέρασα.
Τι να πω…. Μάλλον αυτό το μυστήριο δε θα λυθεί ποτέ! Ήταν ένα όνειρο ή μια σκέψη, μια περιπέτεια ή μια ιστορία; Δεν θα το μάθουμε ποτέ!
Χριστίνα Κουρδομένου, μαθήτρια της Στ’ Τάξης